Στοιχείο πρώτο: «Οι ασθενείς με οριακή (μεταιχμιακή) διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζονται από ασυνήθιστα επίπεδα αστάθειας στη διάθεση, στο συναίσθημα, στη συμπεριφορά και στην εικόνα εαυτού, καθώς και από χαοτικές σχέσεις με το αντικείμενο. Βρίσκονται στο μεταίχμιο νεύρωσης και ψύχωσης και εκδηλώνουν παρορμητικότητα, αυτοκτονικές πράξεις, αυτοακρωτηριασμούς, προβλήματα ταυτότητας και αισθήματα κενού και ανίας. Η διαταραχή μπορεί να έχει επιπτώσεις σε πολλές όψεις της ζωής του ατόμου, κάτι που συνεπάγεται δυσκολίες στη διατήρηση σχέσεων στη δουλειά, στο σπίτι και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον» (από τη Wikipedia).
Στοιχείο δεύτερο: «Οι γυναικείες φιλίες είναι εξαιρετικά δύσκολες, αλλά όταν είναι αληθινές, διαρκούν δεκαετίες» (κοινός λόγος).
Με αυτούς τους δύο οδηγούς μπορεί να ιδωθεί και, κυρίως, να γίνει κατανοητό, το όμορφο σουηδικό ποιητικό δράμα «Η νεαρή Σόφι Μπελλ». Η Κινηματογραφική Λέσχη Τρικάλων το προέβαλλε την Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017 στο πλαίσιο διήμερου αφιερώματος στον σουηδικό κινηματογράφο, με τη συνεργασία της Σουηδικής πρεσβείας, του Σουηδικού Ινστιτούτου και του Σουηδικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου.
Αυτή η δεύτερη κατά σειρά ταινία είχε, σε αντίθεση με το Underdog, δύο βασικά στοιχεία του «κλασικού» σουηδικού κινηματογράφου: ονειρικά – μαγικά πλάνα (όχι απαραιτήτως εν μέσω ομίχλης) και έμφαση στον άνθρωπο και τις χίμαιρές του. Απόφοιτη του Σουηδικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου η σκηνοθέτιδα Αμάντα Αντολφσον, είχε εμφανή στην κινηματογράφησή της, την ανάγκη να ερευνήσει ένα εξαιρετικά δύσκολο θέμα: τη γυναικεία φιλία. Και δη, αυτή που από την περίοδο της εφηβείας εισέρχεται στην περίοδο της ενηλικίωσης. Η χρήση του flash back εν είδει εγκιβωτισμού στην ταινία, αποτελεί στοιχείο διόλου πρωτότυπο μεν, ιδιαιτέρως χρήσιμο όμως, για να ξεκλειδώσουμε στοιχεία της προσωπικότητας της νεκρής Σόφι. Στοιχεία σκοτεινά, δυσερεύνητα, δυσδιάκριτα, που αποτελούν βασικά δεδομένα για να αποκρυπτογραφήσουμε τις πράξεις της.
Και εκεί που νομίζεις ότι όλα μπορούν να μην εξηγηθούν, η χρήση στοιχείων της εξαίρετης «Περσόνα» (κατά βάση) του Μπέργκμαν, δίνει λύσεις και αποτελεί το συστατικό στοιχείο της ταινίας.
Η παράλληλη ζωή που ζει η πρωταγωνίστρια με τη νεκρή φίλη της, η έντονα συναισθηματικά φορτισμένη αγάπη, η θύμηση και το ψυχικό δέσιμο, αποτελούν εικόνες που δίνουν τη βασική εξήγηση στο «γιατί η Σόφι Μπελ δεν ζει».
Η κάμερα ενίοτε λειτουργεί με τον γνωστό τρόπο του «τύπου ντοκιμαντέρ», ακολουθώντας κατά πόδας την πρωταγωνίστρια. Παρατηρεί και επιδιώκει να εμβαθύνει, λειτουργεί σαν ντεντέκτιβ προσπαθώντας να εξακριβώσει, τα αίτια του χαμού. Η πρωταγωνίστρια, η πανέμορφη Felice Jankell, παραδόξως κλαίει – αλλά φυσικά μόνο μια φορά, αφού κατάγεται από χώρα του Βορρά…
Και άλλη μια φορά ξεπερνά τον τοίχο που βρίσκει, μέσω της γνωστής για τους Σουηδούς κάθαρσης: ενός πάρτι με ναρκωτικά και αλκοόλ. Είναι μάλλον τραγικό για μια κοινωνία, να αντιμετωπίζει τα προβλήματα και τις καθάρσεις της με το να ξεδίνει χορεύοντας «φτιαγμένη». Όπως και στο Underdog, ο ξέφρενος χορός με τη χρήση παραισθησιογόνων αποτελεί βήμα προς την έξοδο. Μια κάθαρση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σύγχρονη. Ή και ανθρώπινη, ως προς την αντίδραση. Απέχει πόρρω όμως από την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, αφού δεν λειτουργεί λυτρωτικά για τον θεατή (για την πρωταγωνίστρια όμως λειτουργεί), εμπεριέχει την τιμωρία, δεν εμπεριέχει το στοιχείο του τραγικού και δεν υφίσταται ως αποτέλεσμα πράξεων, αλλά ως αναγκαία στροφή σε μια πορεία. Επίσης, στην Ελλάδα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως «το έριξα έξω γιατί δεν άντεχα άλλο». Στην προκειμένη ταινία όμως, είναι η στροφή σε μια λογική δράση. Σειρά τυπικών κινήσεων αποκαλύπτουν πια την αλληλουχία των γεγονότων. Και, μπορεί να είναι συγκινητική η στιγμή της πιθανής σύζευξης των δύο πρωταγωνιστριών (των ψυχών τους….) λίγο πριν την αυτοκτονία, αλλά είναι σχεδόν βέβαια το happy end. Η Αλις θα γυρίσει νηφάλια στη Σουηδία, θα αλλάξει τη ζωή της, θα αποτίσει φόρο τιμής με ένα δικό της μνημόσυνο στη φίλη της. Τυπικά; Όχι βέβαια. Η πληγή είναι βαθιά, διότι η Φίλη της είχε προβλήματα, που ουδείς (και ουδεμιά) κατανόησαν. Επίτηδες της έκλεψε ένα παιδικό κολιέ, επίτηδες της έκλεψε τον έναν πρόσκαιρο εραστή.
Αλλά δεν ζήτησε βοήθεια η Σόφι. Δεν απευθύνθηκε κάπου. Κραύγαζε σιωπηλά, ζητούσε μόνη της, τη βοήθεια από το κενό.
Αυτή η σπουδή πάνω σε δύο βασικά θέματα, των ψυχολογικών ασθενειών και της γυναικείας φιλίας, σε πόλη εκτός χώρας (δείγμα του κοσμικού στοιχείου των Σουηδών), διευρύνει τον κατάλογο των ταινιών που επιχειρούν να λύσουν τα άλυτα.
Επιδέξια και διόλου βαρετά, με εξαιρετική μουσική υπόκρουση ενίοτε, με μάλλον τυπικό υπόλοιπο καστ, αλλά με αρκετά σφιχτή σκηνοθεσία και αρκετά καλό μοντάζ, με πολύ καλή φωτογραφία, η βαρύτητα των θεμάτων μένει, για να μας απασχολεί ως ερώτημα – και ως προσπάθεια για λύση τους.
Θανάσης Μιχαλάκης
Γραμματέας Κινηματογραφικής Λέσχης Τρικάλων