Μια διόλου καθημερινή ιστορία, Οιδίποδα, Ουάιλντ και Φρόιντ

 

Σπουδή στη σχέση μητέρας και γιού με γαρνίρισμα, πτυχές της καναδικής κοινωνίας. Αυτή θα μπορούσε να είναι μια ξερή παράθεση ενός αποστεωμένου κειμένου για την ταινία «Σκότωσα τη Μητέρα μου».
Όμως τότε θα έπρεπε να πούμε ότι ο «Λώρενς  της Αραβίας» περιγράφει «μια ιστορία ενός Βρετανού στην Αραβία» και ο «Νονός» μια οικογένεια της Μαφίας στις ΗΠΑ.
Ευτυχώς που η πολύπλοκη στο ξετύλιγμά της σκέψη του Ξαβιέ Ντολάν, δημιουργεί τη σιγουριά των πολλών αισθημάτων στην ταινία αυτή, πρόβαλλε η Κινηματογραφική Λέσχη Τρικάλων στις 6 Μαρτίου 2017.
Η υπόθεση απλή: μάνα και γιος μαλώνουν αιωνίως. Εμπλέκεται η ομοφυλοφιλία, ένας μάλλον σε καρικατούρα περίγυρος και ορισμένες κανονικότητες: καθημερινές ασχολίες, ενοικίαση ταινιών από βίντεο κλαμπ.
Μέχρι εκεί. Από εκεί και πέρα ξεκινά μια άκρως μπερδεμένη κατάσταση. ΤΥα συναισθήματα περιγράφονται με λεκτική βία (όχι όπως οι επαναλαμβανόμενες ατάκες στις ταινίες του Οικονομίδη, αλλά ως καθημερινότητα), η σύγχυση κυριαρχεί στο μυαλό του 16χρονου πρωταγωνιστή και η απάθεια – αδιαφορία υποκρύπτουν μια βαθιά αγάπη από την πλευρά της μητέρας.
Σε συνδυασμό με τα ναρκωτικά, την αναμενόμενη επίδραση της εφηβείας, το μη πρότυπο πατέρα – μητέρας ως πυρηνική οικογένεια, ο νεαρός ήρωάς μας είναι προφανώς «προβληματικός». Ή «ιδιαίτερος», όπως αυτοσαρκάζεται, κριτικάροντας τη λέξη αυτή, όταν εκπορεύεται από την κοινωνία. Συνεχείς αντιπαραθέσεις και περιβάλλον εντάσεων, ενίοτε μαλακώνει.
οι σχέσεις με τους γύρω κινούνται στο όριο της ανάγκης: για συνομιλία, για σεξ, για απλη επαφή.
Ενας πρωτόγονος αντικοινωνισμός, τον οποίο διαρρέει το μίσος για τη μητέρα και, ακολούθως, το υπαρξιακό ζητούμενο, κυριαρχούν στο μυαλό του Ντολάν. Ο ίδιος δήλωσε ότι η ταινία του είναι ημι-αυτοβιογραφική. Μάλλον είναι βιογραφική με εσάνς ζωών άλλων, γνωστών του. Ο ίδιος, επίσης, ως παιδί θαύμα σε ηλικία 19 χρονών το 2008, όταν γύριζε την ταινία, αποτελεί και μια ιδιόμορφη περίπτωση καλλιτέχνη, με συνεχείς αναφορές στο αρώτημα για τη μάνα.
Το Οιδιπόδειο έχει καταπιεστεί εμφανώς. Τόσο, που από λειτουργεί διπολικά: ως μανία και ως κατάθλιψη. Αλλά και ως τιμωρία, που σε συνθήκες πίεσης, λειτουργεί τελεστικά, λυτρωτικά. Μπορεί οι κοινωνικές συνθήκες να έπαιξαν τον ρόλο τους στη συγκεκριμένη βίαια και βαθιά τρυφερή σχέση μάνας – γιου, αλλά το προσωπικό στοιχείο είναι το κυρίαρχο. Η αγάπη της μάνας που κανείς δεν ξεχνά (ακόμη κι αν υπάρχει μίσος), επισκιάζει μια σχέση ερωτική, δεν αφήνει να αναπτυχθεί μια δευτερεύουσα, υποκρυπτόμενη μη «λογική» έκφραση έρωτα από την 30αρα καθηγήτρια.
Κι όλα αυτά, όλος αυτός ο συγχυστικός λόγος, η λεκτική βία, τα έντονα συναισθήματα, με δύο πρωτοτυπίες. Η μία, ο χρωματισμός των δωματίων. Κάθε δωμάτιο σχεδόν ταιριάζει με τα συναισθήματα. Η δεύτερη, η ένταξη του προσώπου και των ηρώων στο πλάνο, ως στοιχείο ντεκόρ και όχι ως πρωταγωνιστική ένταση. Οι ήρωες, δηλαδή, είναι μέσα σε ένα μεγάλο κάδρο κινηματογραφικό, αλλά όχι στο κέντρο του., Είναι τμήμα του κάδρου, όπως ένα πορτατίφ ή ένα μαξιλάρι.
Ταυτοχρόνως, η έξοχη μουσική αποτελεί μια μάλλον συνοδευτική και ενισχυτική της κάθε κατάστασης επένδυση.
Στα σημαντικά, και τα ονειρικά τοπία που σε ελάχιστες στιγμές προβάλλονται.
Ο Ντολάν δεν θέλει να βγάλει ένα συμπέρασμα. Μας είπε απλώς μια ιστορία. Μια ιστορία πιθανώς καθημερινή, με μία ή πολλές παραλλαγές της. Αλλά μας την είπε καλά, την είχε μελετήσει καλά, έστω κι αν το 2017 μοιάζει μια «κουρασμένη» ταινία, ενός ενθουσιώδους και μάλλον νάρκισσου νέου.
Δεν είναι και τόσο «παιδί θαύμα», εξάλλου. Εχει και κοινοτοπίες, έχει και εγωισμούς. Εχει και μια εκπληκτική (και πανέμορφη) Αν Ντορβάλ, που είναι ακριβώς ό τι χρειάζεται ένας σκηνοθέτης για να αυτοπροβληθεί ως και ηθοποιός και σεναριογράφος. Η Ντρορβάλ σαν να επιτελεί έναν ρόλο αναγκαστικά θλιβερό, με πίστη στην υποκριτική της δύναμη, σχεδόν τέλεια σε κάθε αντίδρασή της στην ταινία.
Στην ουσία, τα θέματα αυτά είναι απλώς θέματα περιγραφικά, όπου καταθέτεις άποψη και δεν μπορείς να εξάγεις συμπέρασμα. Ούτε καν να προσεγγίσεις. Εξάλλου, είναι τόσο πολύπλοκο το θέμα της σχέσης μητέρας γιου, που ο Φρόιντ δημιούργησε ολόκληρη σχολή και θεωρία.

Θανάσης Μιχαλάκης
Γραμματέας Κινηματογραφικής Λέσχης Τρικάλων

 

Μοιραστείτε το:

Scroll to Top